Ας αρχίσουμε από μια γενική περιγραφή της διαδρομής, για να ξέρουμε για τι πράγμα μιλάμε: το σιρκουί της Ανναπούρνα, λοιπόν, είναι ένα εκτεταμένο τρεκ που κυκλώνει το ομώνυμο ορεινό συγκρότημα κινούμενο ανάμεσα στο ανατολικό και το δυτικό του όριο, δηλαδή τα φαράγγια των μεγάλων ποταμών Marsyangdi και Kali Gandaki αντίστοιχα. Από το ένα φαράγγι στο άλλο μεσολαβεί στα βόρεια της Ανναπούρνα η κοιλάδα του Manang, την οποία και ακολουθεί η διαδρομή, ενώ στο τέλος το μονοπάτι φεύγει από το φαράγγι του Kali Gandaki και κινείται σε κατεύθυνση νότια-νοτιοανατολική μέχρι την πόλη της Ποκάρα, όπου και ολοκληρώνεται το σιρκουί.
Οι εναλλαγές αυτές από φαράγγι σε κοιλάδα, μετά σε οροπέδια, μετά ξανά σε φαράγγι, έχουν σαν αποτέλεσμα να μην βαριέται κανείς αφού το τοπίο αλλάζει μέρα με τη μέρα. Άλλωστε το τρεκ ξεκινάει από χαμηλά, από τα 760 μέτρα υψόμετρο της Μπεσισαχάρ, και ανεβαίνει σιγά σιγά, κάθε μέρα και ψηλότερα: από τροπική ή περίπου τροπική βλάστηση, η διαδρομή συνεχίζει σε δάση κωνοφόρων και μετά σε αλπικά λιβάδια όπου βόσκουν αμέριμνα τα γιακ και οι κατσικούλες. Το μεγάλο εφέ της διαδρομής είναι το πέρασμα του ψηλού διάσελου Thorong (ή Thorung) La, το οποίο ανεβάζει τον πεζοπόρο σε υψόμετρο 5.416 μέτρων και είναι το φυσικό πέρασμα πάνω από τον όγκο της Ανναπούρνα προς το φαράγγι του Kali Gandaki.
Από τεχνικής πλευράς, η διαδρομή δεν παρουσιάζει προβλήματα. Το μονοπάτι είναι φαρδύ και σε γενικές γραμμές είναι δύσκολο να χαθεί κανείς, ακόμα κι αν πηγαίνει μόνος του (δύσκολο, αλλά όχι αδύνατο). Οι κλίσεις είναι γενικά ομαλές, αν και δεν λείπουν οι ζόρικες και παρατεταμένες ανηφόρες (κόντρες, στην πεζοπορική ιδιόλεκτο), όμως πέραν τούτου ουδέν: τα επικίνδυνα περάσματα περιορίζονται σε λίγες μικρές, εκτεθειμένες τραβέρσες, στις οποίες το μονοπάτι κινείται σε σαθρό έδαφος και στενεύει αρκετά, ενώ οι σαθρές πλαγιές από κάτω οδηγούν κατευθείαν στο ποτάμι, μερικές εκατοντάδες μέτρα χαμηλότερα. Και πάλι όμως, αυτά τα σημεία (που συνολικά δεν ξεπερνάνε τις μερικές δεκάδες μέτρα σε σύνολο διαδρομής πάνω από 100 χιλιόμετρα) δεν είναι δύσκολα, απλώς θέλουν προσοχή.
Το άσχημο είναι ότι κατά μήκος της διαδρομής ανοίγονται δρόμοι. Χωματόδρομοι, βέβαια, και μάλιστα της κακιάς ώρας, όμως για να ανοιχτούν σε πολλά σημεία τα συνεργεία έχουν φαρδύνει το μονοπάτι σε βαθμό που να μην μπορείς πια να το πεις μονοπάτι. Η έλλειψη τεχνικών δυσκολιών έχει κάνει τη διαδρομή προσιτή σε πολύ κόσμο, αφού κατά μήκος του τρεκ θα συναντήσεις από ομάδες συνταξιούχων ή προσυνταξιούχων μέχρι νεαρούς Ισραηλινούς, εμφανώς άσχετους με το βουνό, από την άλλη όμως καθιστά το αμιγώς πεζοπορικό μέρος του τρεκ λιγάκι άνοστο σε κάποια σημεία, ιδίως όταν έχεις να περπατήσεις αρκετά χιλιόμετρα χωματόδρομο μέσα στο λιοπύρι.
Στους οικισμούς που βρίσκονται κατά μήκος της διαδρομής έχουν αναπτυχθεί υποδομές κατάλληλες για τη φιλοξενία των πεζοπόρων, κι έτσι το τρεκ της Ανναπούρνα χαρακτηρίζεται γενικά σαν "teahouse trek" -σε αντιδιαστολή με τα camping trek: η διαμονή γίνεται σε lodge, τα οποία σε γενικές γραμμές παρέχουν δωμάτια με κρεβάτια και εγκαταστάσεις, χμ, υγιεινής (λέμε τώρα), δηλαδή τουαλέτες και ντους (όχι πάντα), καθώς και οργανωμένη κουζίνα. Σε κάποια μεγαλύτερα χωριά όπως το Chame και το Manang μπορεί να βρει κανείς και ό,τι του λείπει από εξοπλισμό, όπως π.χ. παγούρια, υπνόσακους, μπουφάν κλπ. (μαϊμούδες βέβαια...), ενώ οι υποδομές τηλεπικοινωνίας ανεβαίνουν όλο και ψηλότερα: αυτή τη στιγμή μπορείς να πάρεις τηλέφωνο ακόμα κι από τα 4.450 μέτρα του Thorong Phedi, ενός "οικισμού" δηλαδή που αποτελείται από δύο lodge όλα κι όλα, φυσικά με το ανάλογο (εξωφρενικό) αντίτιμο. Εγώ πάντως πολύ το χάρηκα που ήμουν δυο βδομάδες χωρίς κινητό!
Από άποψη χλωρίδας, τα είπαμε πιο πάνω. Το πιο εξαιρετικό είδος που μπορείς να δεις είναι τα ροδόδεντρα, τα οποία όμως σχηματίζουν μεγαλούτσικα δάση μόνο στο δυτικό τμήμα του σιρκουί, αυτό που δεν περπατήσαμε εμείς λόγω έλλειψης ημερών. Από άποψη πανίδας, την παράσταση κλέβουν φυσικά τα κοπάδια των γιακ που βόσκουν στα μεγάλα υψόμετρα, όπως και τα αρπακτικά που πλανάρουν εντυπωσιακά πάνω από το κεφάλι σου και κοντά σε κορυφές των 7.000 και βάλε μέτρων. Εμείς σταθήκαμε τυχεροί και είδαμε και ελάφια κοντά στο Manang.
Βέβαια, κακά τα ψέματα: τα λόγια δεν φτάνουν για να περιγράψουν την αίσθηση και τα χρώματα. Ελπίζω οι φωτογραφίες να κάνουν καλύτερη δουλειά -σύντομα θα αρχίσω να τις ανεβάζω στο picasa. Σκόρπια επεισόδια της διαδρομής θα ακολουθήσουν εδώ στο μπλογκ, όπως βγαίνουν από τις σελίδες του ημερολογίου καταστρώματος -μείνετε συντονισμένοι!
.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Χμμ... Αποκωδικοποίησα την ανάρτησή σου, η οποία βέβαια έχει υποσυνείδητα μηνύματα και απευθύνεται μόνο σε μυημένους:
ΑπάντησηΔιαγραφήΤο σιρκουί της Ανναπούρνα (= ελληνική κρίση) θα έχει άφθονες εναλλαγές. Το υψηλό διάσελο Thorong/Thorung La (= η κορύφωση της κρίσης) θα ανεβάσει τον πεζοπόρο σε υψόμετρο 5.416 μέτρων (= θα εκτινάξει το spread στις 5.416 μονάδες). Οι υποδομές τηλεπικοινωνίας (= η συνεννόηση των κερδοσκόπων) ανεβαίνουν, μπορείς να πάρεις τηλέφωνο κι από τα 4.450 μέτρα (= το νου σας, παιδιά, στις 4.450 μονάδες θα βγάλουμε λεφτά) ενός "οικισμού" που αποτελείται από δύο lodge με εξωφρενικό αντίτιμο (= πουλώντας/μεταβιβάζοντας τίτλους σε εξωφρενικό αντίτιμο).
Παλιολαμόγια όλοι σας...
(Να 'σαι πάντα καλά, να πηγαίνεις σε ενδιαφέροντα μέρη και να τρως νόστιμα φαγητά)
Φτου σου ρε γαμώτο, κι έκανα τόση προσπάθεια να το κωδικοποιήσω... Με τσάκωσες :))
ΑπάντησηΔιαγραφή("νόστιμα φαγητά" ε; χμμμμ....)
!!!!!!!
ΑπάντησηΔιαγραφή