30 Απριλίου 2009

Μετατροπή και αναστολή

Οι πιο προβληματικές καινοτομίες του νομοσχεδίου όμως κρύβονται στα άρθρα 26 και 28. Με τα άρθρα αυτά ορίζεται ότι, στην περίπτωση που κάποιος καταδικαστεί για την τέλεση ενός ή περισσοτέρων από τα αδικήματα που περιγράφονται στα δύο προηγούμενα ποστ, έχοντας καλυμμένα ή αλλοιωμένα τα χαρακτηριστικά του προσώπου του, αποκλείεται η μετατροπή της ποινής του σε χρηματική, η αναστολή εκτέλεσής της, και η παροχή αναστέλλουσας δύναμης στην έφεση που τυχόν ασκήσει. Με δυο λόγια, ευθύς αμέσως μόλις απαγγελθεί η ποινή, ο κουκουλοφόρος δράστης πηγαίνει κατευθείαν στη φυλακή (χωρίς να περάσει από την αφετηρία).

Ο βασικός προβληματισμός έχει ως εξής: η μετατροπή των ποινών και η αναστολή της εκτέλεσής τους δεν είναι κάποιο καπρίτσιο του νομοθέτη που έτυχε να παρεισφρήσει στους κώδικες. Είναι αποτέλεσμα μακρόχρονης εξέλιξης και προόδου του δικαιικού πολιτισμού, και ευρύτερα του ανθρώπινου, θα έλεγα. Στηρίζονται στην αρχή της επιείκειας και αντικατοπτρίζουν την αναγνώριση από την κοινωνία του γεγονότος ότι η στέρηση της ελευθερίας δεν είναι ούτε η μόνη/καλύτερη μέθοδος σωφρονισμού, ούτε η μόνη/καλύτερη μέθοδος προστασίας της κοινωνίας από τον παραβάτη του νόμου. Όχι πάντα, τουλάχιστον.

Επιπλέον, ούτε η μετατροπή ούτε η αναστολή χορηγούνται αδιακρίτως. Ο νόμος ορίζει τις προϋποθέσεις χορήγησής τους, λαμβάνοντας υπ' όψη μία σειρά από παραμέτρους όπως το ύψος της ποινής, το λευκό ή όχι ποινικό μητρώο του δράστη κλπ., και σε πολλές περιπτώσεις εναπόκειται στην κρίση του δικαστή το αν θα κάνει χρήση αυτών των ευεργετικών διατάξεων ή όχι, σταθμίζοντας μεταξύ άλλων και την προσωπικότητα του δράστη ή το πόσο μεγάλο κίνδυνο αποτελεί αυτός για την κοινωνία.

Η συλλήβδην κατάργηση αυτών των ρυθμίσεων όταν πρόκειται για κουκουλοφόρους δεν δικαιολογείται πειστικά. Δεν προβάλλεται, ας πούμε, από την κυβέρνηση ότι οι κουκουλοφόροι συγκεκριμένα πέφτουν στα μαλακά από τους δικαστές, ότι επιδεικνύεται υπερβολική επιείκεια. Γιατί λοιπόν δεν εμπιστευόμαστε τους δικαστές να κρίνουν την κάθε περίπτωση ξεχωριστά, όπως πρέπει; Ιδίως από τη στιγμή που, με την αύξηση των ποινών που προβλέπει το ίδιο νομοσχέδιο, η αναστολή παύει να είναι υποχρεωτική για τον δικαστή ακόμα και στην περίπτωση που ο δράστης έχει κατάλευκο ποινικό μητρώο.

Και τι να πει κανείς για την αναστέλλουσα δύναμη της έφεσης; Μία ρύθμιση που αναγνωρίζει ότι και η δικαστική κρίση μπορεί να σφάλλει, που αναγνωρίζει ότι η στέρηση της ελευθερίας, ακόμα και προσωρινή, μπορεί να επιφέρει δραματικές συνέπειες στη ζωή ενός ανθρώπου, γι' αυτό και δίνει το δικαίωμα σε αυτόν να προσφύγει σε ένα υψηλότερο επίπεδο του μηχανισμού της Δικαιοσύνης και να επιδιώξει την εκ νέου κρίση της υπόθεσής του από άλλους δικαστές πριν οδηγηθεί στη φυλακή. Δικαίωμα που επίσης βρίσκεται στην κρίση του Δικαστηρίου στις περιπτώσεις που μας απασχολούν.

Για τις ρυθμίσεις αυτές δεν υπάρχει άλλη λογική εξήγηση, παρά μόνο η εξής: ο κ. Δένδιας θέλει να δώσει τη δυνατότητα στον κυβερνητικό εκπρόσωπο του μέλλοντος να μπορεί να βγει στο πρες-ρουμ και να ρωτήσει με αυταρέσκεια τους δημοσιογράφους "τις είδατε τις χειροπέδες;", όπως καλή ώρα είχε κάνει ο Ρουσόπουλος.

Οι ρυθμίσεις αυτές έχουν έναν άδικο και εκδικητικό χαρακτήρα που καθόλου δεν αρμόζει σε μία Δημοκρατία. Διότι έστω ότι η κοινωνική ειρήνη, που θέλει να διασφαλίσει το νομοσχέδιο, απειλείται από τους κουκουλοφόρους σαν (απροσδιόριστο) σύνολο. Ο ποινικός κολασμός όμως δεν αφορά το σύνολο, αλλά τον κάθε κουκουλοφόρο ξεχωριστά, αυτόν, τον συγκεκριμένο, που κάθεται στο εδώλιο του κατηγορουμένου και που θα πρέπει να τιμωρηθεί μόνο για τις συγκεκριμένες πράξεις για τις οποίες θα κριθεί ένοχος, και που θα πρέπει να αντιμετωπιστεί από τη Δικαιοσύνη ως άτομο, ως πολίτης, και όχι ως οιονεί εκπρόσωπος ενός διαχρονικού συνόλου εγκληματιών που καλείται να πληρώσει το λογαριασμό για όλους.

Με τις ρυθμίσεις αυτές διαγράφονται κάποια βήματα από την εξέλιξη του ποινικού δικαίου και του δικαίου σωφρονισμού, στο όνομα δήθεν της κοινωνικής ειρήνης -στην πραγματικότητα, για λόγους στην καλύτερη περίπτωση επικοινωνιακούς και στη χειρότερη πονηρούς.


.

8 σχόλια:

  1. Η υπερπαραγωγή Δένδιας τελείωσε με αυτό το ποστ -μένει μόνο ένα υστερόγραφο περί ληστείας, μάλλον τη Δευτέρα.
    Από Δευτέρα θα απαντηθούν και τυχόν σχόλια μια που το τριήμερο λέμε να πάρουμε τα β'νά (και συνιστώ να κάνετε το ίδιο :))

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Ορθότατο το τελευταίο ποστ, δεν ξέρω μάλιστα μήπως τίθεται και θέμα συνταγματικότητας μια τέτοιας διάταξης. Η γενική κατάργηση της δυνατότητας μετατροπής / αναστολής της ποινής για μια κατηγορία εγκλημάτων δε φαίνεται και πολύ σύμφωνη με την αρχή της αναλογικότητας, που ως γνωστόν έχει πλέον κατοχυρωθεί στο 25 παρ. 1 του Συντάγματος.

    Και για να βάλω πάλι τη φυτιλιά μου, η δυνατότητα αναστολής και μετατροπής των ποινών δεν εξυπηρετεί μόνο τον δικαιϊκό μας πολιτισμό, αλλά και πρακτικούς σκοπούς... Οι περίφημοι "πεντακόσιοι" προσαχθέντες στη ΓΑΔΑ το 1995, καταδικάστηκαν οι περισσότεροι με αναστολή. Αποτέλεσμα; τα επόμενα χρόνια ήταν όλοι "Παναγίες"...
    Αλλά πού να τα σκεφτεί αυτά ο κ. Δένδιας.
    Καλό βουνό - ως συνήθως σε ζηλεύω.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Χασοδίκη μου,
    έχω κουραστεί να αλλάζω κάθε λίγο και λιγάκι κώδικες, λόγω των συνεχών τροποποιήσεων. Δεν έχουν καταλάβει οι Κυβερνώντες (οι κάθε είδους και παράταξης) ότι δεν πάσχουμε από νόμους, αλλά πάσχουμε από εφαρμογή των νόμων. Λες και οι διατάξεις για απρόκλητη φθορά, σωματική βλάβη, αντίσταση, ληστεία κλπ κλπ δεν είναι επαρκείς. Επαρκέστατες είναι και μέσα στα όρια της επιμέτρησης της ποινής, μια χαρά μπορεί να αποδοθεί δικαιοσύνη. Το ίδιο ισχύει και για τη μετατροπή της ποινής και για την αναστολή. Κάθε περίπτωση μπορεί να κριθεί ξεχωριστά, αφού ληφθούν υπόψη τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της. Οι γενικές απαγορεύσεις συνήθως δεν φτουρούν. Προβλέπω ότι σε λίγους μήνες θα βγούν νέες διατάξεις που θα καταργούν αυτές τις νέες απαγορεύσεις. Και άντε πάλι θα θέλω νέους κώδικες. Χα χα χα!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. Τώρα με την γρίππη των χοίρων, εάν φοράω προστατευτική μάσκα λογίζομαι ως κουκουλοφόρος;

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  5. Πόσο συμφωνώ μαζί σας...
    Χαίρομαι που ως νομικός εκφράσατε όλα αυτά που σκεφτόμουν, αλλά ίσως δεν μπορούσα να διατυπώσω...

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  6. @Σπύρος

    Το περί (αντι)συνταγματικότητας μου πέρασε κι εμένα από το μυαλό, πρέπει να σου πω. Αναρωτιέμαι τι θα πουν και οι σοφοί όταν (αν και εφόσον) εφαρμοστούν οι διατάξεις.

    @Μερόπη

    Τελικά όλοι για τον Σάκκουλα δουλεύουν!

    @Σκύλος της Βάλια Κάλντα

    Μην κάνεις τέτοια αστεία γιατί θα βγουν διάφοροι εισαγγελείς να μας κατηγορήσουν για ελαφρότητα και λαϊκισμό...

    @Προκόπης Δούκας

    Τις ευχαριστίες μου, αλλά γιατί ο πληθυντικός;

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  7. Εμπνέετε τον σεβασμό, Χασοδίκα μου, σας τα έλεγα εγώ για την ακαδημαϊκή κοινότητα, αλλά με αποπήρατε!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  8. Η αναστολή της ποινής κύρια βάση έχει το γεγονός ότι στη θεωρία περί ποινής η απειλούμενη ποινή, μεταξύ άλλων, έχει και αποτρεπτικό χαρακτήρα, η επιβαλλόμενη όμως ποινή ομως έχει σωφρονιστικό χαρακτήρα, υπό την έννοια ότι αποβλέπει στο να διδάξει το υποκείμενο τέλεσης του αδικήματος. Με αυτό το σκοπό, η ποινή δεν μπορεί να είναι εξαντλητική, αλλά πρέπει να παρέχει τη δυνατότητα στο υποκείμενο να εμπεδώσει το δίδαγμα και να το κάνει κτήμα και μέρος της συμπεριφοράς του στο μέλλον.

    Πρακτικά προφανώς έχει το αποτέλεσμα που αναφέρει ο Σπύρος, το ζητούμενο όμως είναι να μην τελέσει ο δράστης άλλη άδικη πράξη, διότι έχει συμμορφωθεί και όχι γιατί έχει πειθαναγκαστεί σε συμμόρφωση.

    Ξέρω ότι όλα αυτά ακούγονται αφόρητες θεωρίες, αλλά είναι σημαντικό, κατά τη γνώμη μου, μια κοινωνία να έχει τις ανοχές και τις αντοχές να διδάσκει τα υποκείμενα της και για να γίνει αυτό δεν μπορεί να τα καίει στην πυρά ... δεν μπορείς να περάσεις ένα μήνυμα μέσα από ακραία αυστηρότητα και απαγορεύσεις.

    Επιπλέον, δεν είναι λογικό η ποινή να καταφέρει στο δράστη μεγαλύτερο πλήγμα, από αυτό που εκείνος κατάφερε εναντίον κάποιου ατομικού ή κοινωνικού αγαθού. Γιατί μην ξεχνάμε ότι και η επιβολή ποινής είναι και αυτή άδικη πράξη, στο μέτρο που πληττει κάποιο ατομικό αγαθό του δράστη.

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Ενστάσεις και ισχυρισμοί
κατατίθενται μόνον εγγράφως
(Χασοδίκειος Πολιτική Δικονομία, άρθρον 228)