Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, κρίνοντας ότι «η δημοσιογραφική ελευθερία καλύπτει ακόμη και έναν βαθμό υπερβολής ή και πρόκλησης στους χαρακτηρισμούς», δικαίωσε πλήρως την «Αυγή» για την υπόθεση «δυσφήμησης» του νυν βουλευτή του ΛΑΟΣ Κυριάκου Βελόπουλου.
Και με αυτήν την αφορμή βγήκαν πάλι οι δημοσιογράφοι και ξεσπάθωσαν ενάντια στον "Τυποκτόνο Νόμο Βενιζέλου". Σκόπιμα βάζω τα εισαγωγικά: όσοι παρακολουθούν το μπλογκ από παλιότερα, γνωρίζουν ότι για τον ίδιο τον Βενιζέλο δεν τρέφω και πολύ μεγάλη εκτίμηση. Ωστόσο, αυτός ο διαβόητος "Τυποκτόνος Νόμος" του, που τα παραδοσιακά μήντια τον έχουν αναγάγει στη μεγαλύτερη απειλή κατά της ελευθερίας του τύπου, είναι άλλη ιστορία. Ας την δούμε από λίγο πιο κοντά:
Πρώτα απ' όλα, ο νόμος αυτός δεν είναι ακριβώς "του Βενιζέλου": τέθηκε σε ισχύ το 1981 και είναι ο νόμος 1178 "περί αστικής ευθύνης του τύπου". Την εποχή εκείνη, ελλείψει ιδιωτικής ραδιοτηλεόρασης, τύπος ήταν τα έντυπα μέσα (εφημερίδες και περιοδικά). Ο εν λόγω νόμος, λοιπόν, καθιέρωσε την αντικειμενική ευθύνη του ιδιοκτήτη κάθε εντύπου να αποζημιώσει πλήρως και να καταβάλει χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης σε οποιονδήποτε υπέστη ζημία από δυσφημηστικό ή συκοφαντικό δημοσίευμα του εντύπου. Πέρα δηλαδή από την (αυτονόητη) ευθύνη του συντάκτη του δημοσιεύματος, καθιερώθηκε παράλληλα και ευθύνη του ιδιοκτήτη, με σκοπό να υπάρχει πάντοτε κάποιος με επαρκή οικονομική επιφάνεια ώστε να καταβάλει τις αποζημιώσεις.
Πού κολλάει λοιπόν ο Βενιζέλος; Σε κάποιες τροποποιήσεις του νόμου που έγιναν με δική του πρωτοβουλία το 1994-1995. Δύο ήταν οι βασικότερες: πρώτον, η επέκταση των διατάξεων που ίσχυαν για τα έντυπα μέσα σε τηλεοράσεις και ραδιόφωνα -απαραίτητη λόγω της νέας πραγματικότητας της ιδιωτικής ραδιοτηλεόρασης. Και δεύτερον, η πρόβλεψη ελάχιστων ποσών που θα έπρεπε τα δικαστήρια να επιδικάζουν σαν χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, αρκετά υψηλών (10.000.000 δραχμές για ημερήσιες εφημερίδες Αθηνών και Θεσσαλονίκης, 50.000.000 για δικτυωμένα ραδιόφωνα, 100.000.000 για τηλεοράσεις εθνικής εμβέλειας κλπ.).
Ανοίγουμε μια παρένθεση για μια αναγκαία επεξήγηση: με τον όρο "ηθική βλάβη" εννοούμε τη ζημιά που παθαίνει κάποιος από την προσβολή της τιμής και της υπόληψής του, η οποία προφανώς δεν είναι αυστηρά μετρήσιμο μέγεθος (σε αντίθεση με την "αποζημίωση", που είναι η αποκατάσταση συγκεκριμένης ζημιάς). Για την ηθική βλάβη τα δικαστήρια επιδικάζουν "χρηματική ικανοποίηση", η οποία όμως δεν καθορίζεται από κάποιον τιμοκατάλογο αλλά το ύψος της εναπόκειται στην κρίση του δικαστή, που έχει υποχρέωση να λάβει υπ' όψη του διάφορα στοιχεία (μεταξύ άλλων και την οικονομική και κοινωνική κατάσταση των διαδίκων).
Στην πραγματικότητα, και πριν από τις τροποποιήσεις του Βενιζέλου, ακόμα και πριν από την πρώτη εφαρμογή του νόμου του 1981, αν κάποιος θεωρούσε ότι προσβλήθηκε από ένα δημοσίευμα δυσφημηστικό ή συκοφαντικό μπορούσε να ζητήσει από τα δικαστήρια ακριβώς τα ίδια πράγματα, βασιζόμενος σε κοινές διατάξεις του Αστικού και του Ποινικού Κώδικα που ισχύουν εδώ και πάνω από πενήντα χρόνια. Ο νόμος του 1981 εξειδίκευσε αυτές τις διατάξεις, και οι τροποποιήσεις του Βενιζέλου τις έκαναν πιο αυστηρές. Αυτή είναι μια λεπτομέρεια που βέβαια ποτέ δεν την αναφέρουν οι δημοσιογράφοι.
Το κρίμα που χρεώνεται στον Βενιζέλο είναι ότι τα ποσά αυτά που όρισε ως ελάχιστα είναι εξοντωτικά. Σεβαστό σαν επιχείρημα, αλλά συζητήσιμο. Πρώτα απ' όλα, τα ποσά αυτά είναι κατ' ανάγκην αυθαίρετα, εφόσον δεν αντιστοιχούν σε κάτι μετρήσιμο, σε κάποιο απόλυτο μέγεθος, αλλά σε κάτι σχετικό όπως η προσβολή της τιμής και της υπόληψης. Ύστερα, πρέπει να λάβουμε υπ' όψιν μας και την δύναμη που έχει ο τύπος (η τέταρτη εξουσία): αν εγώ πάω στο καφενείο της γειτονιάς και πω ότι ο γείτονάς μου ο Κώστας είναι λωποδύτης υπάρχει προσβολή, αλλά προφανώς αν το γράψουν τα "Νέα" η προσβολή είναι μεγαλύτερη, κι ακόμα μεγαλύτερη αν το πουν στις ειδήσεις του Μέγκα. Αυτή η (ποσοτική, ας πούμε) διαφοροποίηση κάπως έπρεπε να αποτυπωθεί και στον νόμο.
Κι αν είναι έτσι τα πράγματα, γιατί μας καταδικάζει το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων κάθε τρεις και λίγο;
Εδώ είναι άλλο ένα σημείο όπου οι δημοσιογράφοι μας λένε μισές αλήθειες. Το Στρασβούργο δεν επικεντρώνει την προσοχή του στον νόμο καθεαυτόν, αλλά στον τρόπο που ο νόμος εφαρμόζεται από τα ελληνικά δικαστήρια. Και εκεί, ναι, υπάρχουν προβλήματα πολλά και μεγάλα που το ΕΔΑΔ επισημαίνει στις αποφάσεις του. Όπως, για παράδειγμα, ότι αλλιώς πρέπει να αντιμετωπίζεται ένας απλός ιδιώτης και αλλιώς ένα δημόσιο πρόσωπο, που έχει υποχρέωση να ανέχεται πιο οξεία κριτική. Ότι δημόσιο πρόσωπο δεν είναι μόνον όποιος κατέχει δημόσιο αξίωμα, αλλά όποιος απασχολεί γενικά τον δημόσιο βίο -προφανώς αυτό είναι κάτι που κρίνεται κατά περίπτωση. Ότι πρέπει να γίνεται διάκριση ανάμεσα σε αξιολογικές κρίσεις (π.χ. ο χαρακτηρισμός του Βελόπουλου από την "Αυγή" ως εθνικοπαράφρονα, στην πρόσφατη υπόθεση) και σε πραγματικά περιστατικά (όπως π.χ. το να αποκαλέσεις κάποιον "καταχραστή" ή "κατάσκοπο") για τα οποία πρέπει να υπάρχουν αποδείξεις -διάκριση που τα ελληνικά δικαστήρια δεν κάνουν.
Βέβαια για να λυθούν αυτά τα προβλήματα δεν χρειάζεται να καταργηθεί ο "Τυποκτόνος Νόμος Βενιζέλου", όπως φωνάζουν με κάθε ευκαιρία οι δημοσιογράφοι. Αρκεί να μελετήσουν προσεκτικά οι Έλληνες δικαστές τις αποφάσεις του Στρασβούργου και να συμμορφωθούν με το σκεπτικό τους.
Από εκεί και πέρα, όμως, υπάρχουν άλλα προβλήματα που δεν πρόκειται να τα λύσει κανένα δικαστήριο και κανένας νόμος. Δεν φταίει ο νόμος για το χαμηλότατο επίπεδο του δημόσιου λόγου στη χώρα μας. Δεν φταίει ο νόμος για το γεγονός ότι τα δημόσια πρόσωπα, κυρίως τα πολιτικά, προτιμούν να εκφράζονται με συνθήματα και όχι με επιχειρήματα. Δεν φταίει ο νόμος για το γεγονός ότι πολλοί δημοσιογράφοι έχουν αντικαταστήσει την έρευνα με ένα τσάτρα-πάτρα ψαξιματάκι στο Γκούγκλ. Δεν φταίει ο νόμος για τις "ανεπιβεβαίωτες/ανώνυμες/έγκυρες πηγές του σταθμού μας..." που χρησιμοποιούνται συχνά σαν τεκμηρίωση.
Βελτιώσεις στον νόμο ασφαλώς και μπορούν να γίνουν. Είναι γεγονός ότι έχει στηθεί μια φάμπρικα αγωγών όπου ο κάθε πικραμένος ζητάει όσα του λείπουν και αυτό είναι πρόβλημα: θα μπορούσε λοιπόν να προστεθεί μια διάταξη που να ορίζει ότι, αν ο εκάστοτε θιγόμενος χάσει την υπόθεση, θα υποχρεώνεται να καταβάλει, π.χ., τα μισά από όσα ζητάει στον δημοσιογράφο ή το Μέσο που ενάγει. Και τότε θα βλέπαμε πόσο εύκολα θα έβγαινε ο καθένας να ζητάει ένα-δύο εκατομμύρια ευρώ για να αποκαταστήσει την τρωθείσα υπόληψή του.
Μια τέτοια ρύθμιση, σε συνδυασμό με τη σωστή εφαρμογή του νόμου από τα ελληνικά δικαστήρια, θα έλυνε μεγάλο μέρος του προβλήματος. Αλλά οι δημοσιογράφοι δεν ζητάνε κάτι τέτοιο: θέλουν την πλήρη απόσυρση του κατάπτυστου νόμου, "που τους αναγκάζει να αυτολογοκρίνονται" -δείτε εδώ ένα ποστ του Μάνου Στεφανίδη, για παράδειγμα, όπου από υπερβολικό ζήλο φορτώνονται στον Τυποκτόνο ακόμα και άσχετες υποθέσεις, όπως οι αγωγές του Βγενόπουλου κατά Τσίπρα και Παπανδρέου.
Το έχω ξαναγράψει, αλλά δεν βλάφτει να το επαναλάβω: σε μια ευνομούμενη (λέμε τώρα) κοινωνία, καμία ελευθερία δεν είναι απόλυτη. Όλες οι ελευθερίες έχουν κάποιους περιορισμούς, μικρούς ή μεγάλους. Ναι, και η ελευθερία της έκφρασης, ναι, και η ελευθερία του τύπου. Σε όποιον δεν αρέσει, ας πάει να γίνει ερημίτης. Αυτή η σκόπιμη σύγχυση, όμως, της ελευθερίας με την ασυδοσία, εμένα προσωπικά καθόλου δεν με πείθει για το δίκιο των δημοσιογράφων, που ούτε λίγο ούτε πολύ απαιτούν να γράφουν ό,τι κατεβάζει η γκλάβα τους χωρίς καμία συνέπεια.
Αλλά είπαμε: σ' αυτή τη χώρα ο καθένας ζητάει όσα του λείπουν.
.
11 Ιουνίου 2008
Ο Τυποκτόνος Νόμος και ο Κατηραμένος Όφις
Ετικέττες:
Δίκαιο ΜΜΕ,
Κώδικας Δικαστηρίων
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Καλά τα λες, Χασοδίκη, αλλά μήπως θα ήταν καλύτερο να μην υπάρχουν αυτά τα κατώτατα όρια ως νούμερα;
ΑπάντησηΔιαγραφήΔεν θα αρκούσε μία απλή παραίνεση του νομοθέτη προς το δικαστή να κινείται προς τα πάνω σε περιπτώσεις που η ζημία προκαλείται από μ.μ.ε.;
Νομίζω, άλλωστε, ότι ο δικαστής μπορεί να εκτιμήσει το (μεγάλο) μέγεθος της ζημίας σε αυτές τις περιπτώσεις.
Να προσθέσω δε ότι έχουν ήδη κάνει την εμφάνισή τους αποφάσεις ελληνικών δικαστηρίων που επιδικάζουν ποσά μικρότερα των κατώτατων ορίων, επικαλούμενα την αρχή της αναλογικότητας.
Πολύ καλό και ισορροπημένο κείμενο.
ΑπάντησηΔιαγραφήΩς προς το κατώτατο όριο, θεωρώ ότι συνιστά βελτίωση και δεν πρέπει να καταργηθεί, γιατί παλιότερα τα δικαστήρια επιδίκαζαν ψίχουλα σε τέτοιες περιπτώσεις, με αποτέλεσμα να ακυρώνεται στην ουσία ο νόμος.
Το έχεις θέσει πολύ σωστά. Αρκεί να προστρέξει κανείς στις αγωγές του Δικτύου 21 που έχει σύρει στα Δικστήρια κόσμο και κοσμάκι για ψίλου πήδημα. Κανονική βιομηχανία αγωγών. Παρεπιπτόντως τελευταία βλέπω συχνά στο 6 και στο 4 (στα ενοχικά) τον δικηγόρο τους και μέλος, πως τον λεν, με το μούσι...
ΑπάντησηΔιαγραφήΣυγχρόνως δε, τονίζεις σωστά ότι αρκετοί Δικαστές αδιαφορούν(?)ή μάλλον αγνοούν πλήρως πως να προσδιορίσουν στο σκεπτικό της απόφασης τον νομικό χαρακτηρισμό της αξιολογικής κρίσεως ως προσβλητικής έκφρασης...
Βέβαια το θέμα είναι κοινωνιολογικό και το θέτεις σωστά, όσα του λείπουν του καθενός ζητάει. Πλην, ερωτώ, μήπως σαν νομικοί, δικηγόροι, θα έπρεπε να συζητήσουμε και την καθαρά νομική του πλευρά?
Δηλαδή μήπως το πρόβλημα δεν είναι στο διατακτικό των αποφάσεων αλλά στο σκεπτικό και δη στην έκφραση και κατ΄επέκταση στο τρόπο με τον οποίο τελικά εκφράστηκε η προσβολή???
Έχει η ελευθερία του λόγου περιορισμούς? Αποδέχεσαι πως ναι.
Ερωτώ: π.χ. Η ελευθερία του λόγου (και κυρίως της τέχνης) περιορίζεται από την θρησκευτική ελευθερία? Από την θρησκευτική πίστη? Από την ανάπτυξη της προσωπικότητας? κλπ
Άνοιξες μεγάλο θέμα...
Ως προς το σημείο των κατώτατων ορίων επιδικασθείσας αποζημιώσεως, έχω την άποψη, ότι σχεδιάστηκε για να λειτουργεί αποτρεπτικά, όπως οι επαπειλούμενες ποινές του Ποινικού Κώδικα λειτουργούν αποτρεπτικά για τα εγκλήματα. Η διάταξη αυτή μου φαίνεται "οιονεί ποινική". Θαρρώ πως δεν έχει να κάνει με την εκ του νόμου καθ' εαυτή ποσοτική αντιστοίχηση μεταξύ της χρηματικής ικανοποίησης και της προσβολής της προσωπικότητας.
ΑπάντησηΔιαγραφήΔιαφωνώ δε ως προς το ζήτημα , της κατάπτωσης εγγυήσεως (ουσιαστικά περί αυτού πρόκειται) υπέρ του εναγομένου εκδότη από τον ηττημένο ενάγοντα. Κατά τη γνώμη μου θα αποτελούσε ανεπίτρεπτο περιορισμό του δικαιώματος για παροχή εννόμου προστασίας, διότι το δικαίωμα κάθε πολίτη να προσφεύγει στα δικαστήρια δεν μπορεί να τελεί υπό την απειλή κυρώσεων, οποιασδήποτε μορφής, αν ηττηθεί.
@nikos10
ΑπάντησηΔιαγραφήΧμμμ... Μπορεί και να έχεις δίκιο. Πάντως, το κατά πόσο ο δικαστής μπορεί να εκτιμήσει το μέγεθος της ζημιάς είναι συζητήσιμο. Στα τροχαία, για παράδειγμα, τα ποσά που επιδικάζονται για ηθική βλάβη έχουν πραγματικά αδιανόητες διακυμάνσεις.
Θυμίζω επίσης ότι ο εκάστοτε θιγόμενος μπορεί να ζητήσει μικρότερο ποσό, οπότε τα κατώτατα όρια του νόμου δεν ισχύουν. Πράγμα που μας γυρίζει στο κοινωνικοπολιτικό μέρος του προβλήματος...
@ανώνυμος
Πάντως ακόμα κι αυτό είναι άλλης τάξεως ζήτημα από την πλήρη κατάργηση του νόμου, που προβάλλεται ως αίτημα.
@Σαλβατόρε
Είναι πράγματι μεγάλο το ζήτημα, δεν θα ήθελα να το ανοίξω τόσο πολύ αυτή τη στιγμή. Σκοπός μου ήταν κυρίως να επισημάνω το πόσο μονόπλευρα το αντιμετωπίζει ο δημοσιογραφικός κλάδος.
Όταν μιλάμε για τον τύπο, πάντως, βασικός περιορισμός της ελευθερίας έκφρασης είναι ο σεβασμός της προσωπικότητας του άλλου. Και το διακύβευμα βρίσκεται στην εξισορρόπηση δύο εξίσου σημαντικών εννόμων αγαθών: του ελεγκτικού ρόλου του τύπου και της προσωπικότητας του πολίτη.
Δύσκολα πράγματα...
@Κουκοδήμος
Δεν διαφωνώ με αυτά που λες. Μιας και το έθεσες, όμως, υπενθυμίζω το άρθρο 71 της ποινικής δικονομίας (που σπανίως εφαρμόζεται) για τις απαιτήσεις του κατηγορουμένου που αθωώθηκε από τον πολιτικώς ενάγοντα.
Η ιδέα που ρίχνω στο κείμενο, τελείως πρόχειρα είναι αλήθεια, θα μπορούσε να λειτουργήσει εξισορροπιστικά της διαπιστωμένης τάσης να διατυπώνονται υπερβολικά αγωγικά αιτήματα, που προφανώς αποσκοπούν είτε στον εντυπωσιασμό, είτε στην οικονομική εξόντωση -σκοπούς που υπερβαίνουν την αποκατάσταση της τρωθείσας υπόληψης.
Σαφώς.
ΑπάντησηΔιαγραφήΚατ' αρχήν τα δικαστικά έξοδα δεν ταυτίζονται εννοιολογικά με το θέμα "απειλή κυρώσεων σε περίπτωση ήττας".
Αν δε, μιλήσουμε για αξίωση αποζημιώσεως και χρηματικής ικανοποίησης του αθωωθέντος, αυτό αποτελεί νέο επί της ουσίας αίτημα και αντικείμενο χωριστής δίκης. Δεν εντάσσεται σε αυτοματοποιημένο σύστημα κατάπτωσης ποινικής ρήτρας στην υπόθεση που ολοκληρώθηκε.
Αυτός (χωριστό επί της ουσίας αντικείμενο) είναι και ο λόγος, που τέτοια αιτήματα παραπέμπονται στην τακτική διαδικασία και δεν δικάζονται με το 71. Σε συνδυασμό φυσικά με την πίεση χρόνου για τη διεκπεραίωση του πινακίου. Ωστόσο το 71 ΚΠΔ μπορεί να εφαρμοστεί σίγουρα στην επιδίκαση της δικαστικής δαπάνης, που αποδεικνύεται αμέσως.
ΥΓ. sorry για το εκτός θέματος, αλλά μια και το ανέφερες...
Πολύ μεστό κείμενο για ενα σημαντικό θέμα, χασοδικη. Το σκεπτικό και ο στόχος που χαρακτηριζει, κατά την γνωμη μου, την πλειοψηφία των εναγόντων σε αυτές τις υποθέσεις είναι όχι τόσο η αποκατάσταση της τιμης τους όσο το να βγαλουν χρηματα. (Ασφαλως υπαρχουν και οι εξαιρεσεις, ουτε συζητηση). Κατά την αποψη μου, θα πρεπει η καταθεση της αγωγης να συνοδευεται - με ποινη απαραδεκτου - και από την υποβολή αντιστοιχης μηνυσης.
ΑπάντησηΔιαγραφήΚύριε Xασοδίκα
ΑπάντησηΔιαγραφήΔιαβάζοντας το post, θυμήθηκα και μπόρεσα (επιτέλους...) να βρώ ένα σχετικό κείμενο του Π. Μπουκάλα από την Καθημερινή για τους, κατά Αριστοφάνη «ορθροφοιτοσυκοφαντοδικοταλαίπωρους»
http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_columns_2_20/05/2008_270562
Καλημέρα
Στάθης
@Κουκοδήμος
ΑπάντησηΔιαγραφήΑκαδημαϊκά μιλώντας, η ιδέα είναι τελείως ανεπεξέργαστη και σαφώς θέλει περισσότερη σκέψη. Θα μπορούσε, π.χ., να προστεθεί διάταξη που να ορίζει τα δικαστικά έξοδα σε ποσοστό επί του αιτουμένου. Αλλά ας μην μπλέξουμε πολύ με τα δικονομικά, άλλωστε το βασικό point του κειμένου είναι άλλο.
@Γιάννης
Δεν νομίζω ότι θα λυνόταν το πρόβλημα, γνωρίζοντας πόσο καθυστερεί η εκδίκαση. Επιπλέον, τα μεγάλα ποσά που ζητούνται πολλές φορές έχουν σκοπό την άγρα εντυπώσεων.
Ήδη προβλέπεται ότι αυτές οι υποθέσεις πρέπει να δικάζονται μέσα σε ένα μήνα και οι αποφάσεις να εκδίδονται μέσα σε είκοσι ημέρες -κάτι που προφανώς δεν εφαρμόζεται. Οπότε κάνεις την αγωγή, ζητάς ένα εκατομμύριο ας πούμε, το γράφουν οι εφημερίδες -και μέχρι να φτάσει η υπόθεση στο ακροατήριο έχει ξεχαστεί.
@Στάθης
Καλημέρα. Απολαυστικά ειρωνικό το κείμενο :)
Ο/Η xasodikis είπε...Αλλά ας μην μπλέξουμε πολύ με τα δικονομικά, άλλωστε το βασικό point του κειμένου είναι άλλο.
ΑπάντησηΔιαγραφήΌλο με μαλώνεις (γέλια)
Παρεμπιπτόντως, πολύ καλή πραγμάτωση του θέματος! (γλύψιμο)
:D
Θα σου πάρω μαντολάτο :)))
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαλά τά λες φίλε μου... Όμως θες έτσι, θες αλλοιώς ο Μάνος «κατάφερε καίριο πλήγμα» στο "αντί"...
ΑπάντησηΔιαγραφήΈστω και Χασοδίκης πάντως, καλείσαι να δώσεις την νομική γνώμη σου στο μπλογκ μου.
{5monkeysbrain.blogspot.com}
--------------
Y.Γ.
Τί τήν θέλεις την "λεκτική επαλήθευση";;; Από τί σέ προστατεύει;;;
Είναι η τρίτη φορά που θα πληκτρολογήσω (την πρώτη είχε "?")...
Και δεν έκανα λάθος ανάγνωση! Το σύστημα πάσχει.
@ν.α. λάμπης
ΑπάντησηΔιαγραφήΕυχαριστώ για την πρόσκληση. Η λεκτική επαλήθευση προστατεύει από τα spam comments ("hi, nice blog, visit this site for viagra"), και είναι αναγκαίο κακό...
Και γαμώ τα κείμενα!
ΑπάντησηΔιαγραφήΣωστός!
Στις περισσότερες χωρες του κόσμου το πρόβλημα είναι η ύπαρξη νομοθεσίας που να καλύπτει κάποιες καταστάσεις όπως αυτές εμφανίζονται.
Πολλά παραδείγματα στην Ελλάδα έχουν αποδείξει πως το πρόβλημα είναι άλλο, η εφαρμογή τους, καθως πολλές αποφάσεις δικαστηρίων είναι στην κυριολεξία κόντρα στον νόμο - και στην κοινή λογική
Η κυβέρνηση, με τον τσαμπουκά επιβάλλει την καταβολή τελών, τα οποία δεν θα έπρεπε να καταβάλουν οι πολίτες αφού αναφέρονται σε υποχρέωση της πολιτείας για τη δημιουργία Κτηματολογίου, για την οποία έχουν δοθεί άφθονα κοινοτικά κονδύλια.
ΑπάντησηΔιαγραφήΕπομένως, είναι παράνομη η επιβολή των τελών αυτών. Τίθεται το θέμα πλέον πώς οι πολίτες μπορούν (όταν θα έχουν πληρώσει) να ζητήσουν την αποζημίωσή τους από το Δημόσιο με τη διαδικασία της Αστικής Ευθύνης του Κράτους (άρθρο 105 του Εισαγωγικού Νόμου του Αστικού Κώδικα).
Εδώ το κράτος κάνει τον τσαμπουκά, επειδή γνωρίζει ότι τα δικαστικά έξοδα θα είναι περισσότερα από το ποσό που θα έχει καταβληθεί ατομικά από τον κάθε ένα Έλληνα πολίτη.
Ορισμένοι δικηγόροι στο έχουν σαν σύστημα να ζητούν από πελάτες τους - όταν προβλέπεται μακροχρόνια δικαστική διένεξη - να τους κάνουν μια εξουσιοδότηση με την οποία να δηλώνουν ότι θα ανταμείψουν το δικηγόρο, μετά την έκδοση τελεσίδικης απόφασης με το 4-5% του ποσού που θα κερδίσουν δικαστικά.
Έτσι και ο πολίτης ξενοιάζει και ο δικηγόρος μαζεύει μερικές χιλιάδες ομοειδείς υποθέσεις (π.χ. επιστροφής φόρων που δεν έπρεπε να είχαν επιβληθεί)από στερεότυπες πολυ-φωτοτυπημένες αγωγές.
Θα πρέπει τώρα να στίψουν το μυαλό τους οι δικηγόροι ως προς το "πως θα καταφέρουν να μαζέψουν μεγάλους αριθμούς πολιτών που να συνδέονται με το δεσμό της ομοδικίας" ώστε να αποφύγουν το σκόπελο των δικαστικών εξόδων και να εξασφαλίσουν μια περιουσία με το "φασούλι-φασούλι, γεμίζει το σακούλι".
Βέβαια υπάρχει και η χριστιανική άποψη, όταν σου δώσει κάποιος ένα χαστούκι, να τον προσκαλέσεις να σου δώσει και άλλο ένα από το άλλο μάγουλο". Το είδαμε στην αποχή από τα γαλακτοκομικά και τα ζυμαρικά κλπ.
Ανώνυμε, τι σχέση έχουν όλα αυτά που γράφεις με το θέμα του ποστ;
ΑπάντησηΔιαγραφή