12 Σεπτεμβρίου 2007

Στις δημοκρατίες δεν υπάρχουν αδιέξοδα (μέρος Α')

Ενηλικιώθηκα το 1993, οπότε και απέκτησα το δικαίωμα του εκλέγειν. Το δικαίωμα αυτό το άσκησα για πρώτη φορά στις 10-10-1993 -στις πρόωρες εκλογές που προέκυψαν από την αποσκίρτηση του Αντώνη Σαμαρά, την ίδρυση της "Πολιτικής Άνοιξης" και την ανατροπή της κυβέρνησης Μητσοτάκη ("όλα εδώ πληρώνονται", Μοναδικέ μου Αναγνώστη).

Την Κυριακή θα κληθώ να ασκήσω το εκλογικό μου δικαίωμα σε βουλευτικές εκλογές για πέμπτη συνεχή φορά.

Κατά τις τέσσερις προηγούμενες, δεν είχα ούτε μία φορά την ευκαιρία να πάω στην κάλπη με πίστη, με ελπίδα, με εμπιστοσύνη για το κόμμα που θα ψήφιζα.

Ούτε και τώρα.

Ποτέ δεν κατάφεραν να με πείσουν τα προγράμματα των κομμάτων, οι υποσχέσεις των πολιτικών αρχηγών, τα παχιά λόγια των υποψηφίων βουλευτών.

Ούτε και τώρα.

Πάντοτε, κάθε μία από αυτές τις τέσσερις φορές, πήγαινα στην κάλπη με βαριά πόδια -και, αντί να ψηφίζω "με το χέρι στην καρδιά", το είχα στη μύτη, για να μην με πιάνει η δυσωδία.

Έτσι και τώρα.

Από τη μία, ίσως η χειρότερη κυβέρνηση από τη Μεταπολίτευση και δώθε. Από την άλλη, μια αντιπολίτευση με το ένα πόδι στο -αμαρτωλό- παρελθόν και με το άλλο σε ένα αβέβαιο παρόν, με τον αρχηγό της δέσμιο παλαιοκομματικών μηχανισμών. Παρακεί, ένα κόμμα με πολιτικό λόγο της δεκαετίας του '50, ξύλινο και μουχλιασμένο. Πιο πέρα, ένα κόμμα που δεν έχει καταλήξει τι πιστεύει, τι θέλει και πώς θέλει να το κάνει. Και στην άκρη, δυο κόμματα που απευθύνονται στα ταπεινότερα ένστικτα του ελληνικού λαού, επικαλούμενα την Πατρίδα, την Ιστορία, τους Αρχαίους Ημών Προγόνους και την Ορθοδοξία -όλα μαζί ανάκατα, με μπόλικο λαϊκισμό για συνεκτικό ιστό και υποψήφιους βουλευτές-απόστρατους συνταγματάρχες...


Δύο φορές στο παρελθόν έριξα λευκή ψήφο. Δεν μου άρεσε που ξόδευα την ψήφο μου έτσι -αλλά, μπροστά στις επιλογές που μου ανοίγονταν, όχι πολύ διαφορετικές από τις τωρινές, προτίμησα μια ψήφο διαμαρτυρίας με την -φρούδα- ελπίδα ότι κάποιος μπορεί και να την αντιληφθεί.

Όχι τώρα.

Κανείς δεν συγκινείται απο τις ψήφους διαμαρτυρίας, κανείς δεν ενδιαφέρεται να τις κερδίσει -σε τελική ανάλυση, κανείς δεν τις χρειάζεται. Οι κανόνες του παιχνιδιού είναι έτσι φτιαγμένοι, ώστε να βγαίνουν όλοι λίγο-πολύ κερδισμένοι. Σήμερα εγώ, αύριο εσύ. Είμαστε τρίτο κόμμα και κρατήσαμε τον πυρήνα των δυνάμεών μας. Έστω και δύσκολα, μπήκαμε στη Βουλή. Πήραμε ένα αξιόλογο 2 % -και την ακόμη πιο αξιόλογη κρατική επιχορήγηση. Όλοι είναι οι νικητές των εκλογών. Και εις άλλα με υγεία.

Την Κυριακή θα πάω στην κάλπη και θα ψηφίσω, κι εγώ όπως τόσα εκατομμύρια συμπολίτες μου. Δεν θα ρίξω λευκή ψήφο, αλλά και δεν θα ψηφίσω με το χέρι στην καρδιά. Θα ψηφίσω με το χέρι στη μύτη. Όπως και πολλοί άλλοι συμπολίτες μου. Για ακόμη μια φορά. Και χωρίς την παραμικρή ελπίδα ότι κάτι μπορεί και να αλλάξει, Μοναδικέ μου Αναγνώστη.

Ποιος είπε ότι στις Δημοκρατίες δεν υπάρχουν αδιέξοδα;

Σε χαιρετώ

Χασοδίκης

2 σχόλια:

  1. Nα επισημάνω στην ίδια κατεύθυνση ότι με τον καιρό χάνεται και ο σκοπός των εκλογών όπως ήταν γνωστός από την ιστορία και τα εγχειρίδια.
    Σήμερα σκοπός πολλών εκλογικών διαδικασιών και δη προόρων είναι η νομιμοποίηση περίεργων αποφάσεων ή καταστάσεων, η εκβίαση δεύτερης τετραετίας.. η αθώωση πολιτικά υπευθύνων κλπ.
    Το εκλογικό σώμα το χρησιμοποιούν λοιπόν για λόγο sui generis
    Πιστεύω ότι η αποχή βασίζεται σε μεγάλο βαθμό και σε αυτή τη λογική.
    Ποιός θα διασφαλίσει χρήμα και χρόνο για κάποιον που απλώς τον εκβιάζει?
    ποιός θα δεχθεί να αθωώσει έναν ένοχο?
    ποιός θα δεχθεί την κατάχρηση αυτή του σκοπού των εκλογών συμμετέχοντας σαν καραγκιοζάκος?
    Ολη η Ευρώπη μας λέει: Ολο και λιγότεροι...
    τούτο βέβαια ανεξάρτητα από το γεγονός ότι η δημοκρατία παραμένει το καλύτερο πολίτευμα...

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Ε καλά, την τελευταία διαπίστωση δεν την αμφισβητεί κανείς -ελπίζω...

    Μη θεωρηθεί δα ότι αφήνω υπονοούμενα τύπου "έναςΠαπαδόπουλοςμαςχρειάζεται"!

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Ενστάσεις και ισχυρισμοί
κατατίθενται μόνον εγγράφως
(Χασοδίκειος Πολιτική Δικονομία, άρθρον 228)